Αν οι Άλπεις
ήταν μέρος κάποιας Ελληνικής οροσειράς,
μάλλον δεν θα υπήρχαν γραφικά
χωριά και chalets μέσα στα δάση και
χιονοδρομικά κέντρα. Η δασική
υπηρεσία, θα είχε απορρίψει κάθε αίτημα αξιοποίησης αφού ένας θάμνος είναι αρκετός για να απαγορευτεί οποιαδήποτε χρήση στην περιοχή.
Αν το
Ντουμπάι ήταν Ελληνικό, δεν θα είχε
κατασκευαστεί κανένα νησί όπως το palm island ,μέσα στη θάλασσα και είναι βέβαιο ότι θα είχε παραμείνει παραδοσιακό ψαροχώρι
δίπλα σε μια αφιλόξενη έρημο. Είναι
δεδομένο ότι οι διατάξεις περί αιγιαλού
θα ματαίωναν οποιοδήποτε επενδυτικό σχέδιο.
Αν η Χαβάη
ήταν ελληνική πολιτεία, δεν θα μπορούσαν
να τοποθετούν σκαριά πλοίων στους βυθούς
έτσι που φαίνονται σαν αρχαία ναυάγια
για να τα επισκέπτονται χιλιάδες λάτρεις του υποθαλάσσιου κόσμου. Η
αρχαιολογική υπηρεσία θα είχε σταματήσει
κάθε συζήτηση απ αυτού.
Τα
παραδείγματα αυτά μπορεί να φαντάζουν υπερβολικά, παρ όλα αυτά είναι ενδεικτικά, διότι είναι σε θέση να περιγράψουν τον τρόπο
με τον οποίο ο κάθε λαός χειρίζεται τις τύχες του αλλά ταυτόχρονα και το
ελληνικό αναπτυξιακό αδιέξοδο.
Σε
οποιοδήποτε βιβλίο για την οικονομική ανάπτυξη και αν ανατρέξει κάποιος, το
πρώτο πράγμα που θα διαβάσει , είναι ότι η κάθε χώρα οφείλει να αξιοποιεί τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα.
Να καταγράφει
δηλαδή τους πλουτοπαραγωγικούς της πόρους και να εκπονεί σχέδια που θα τους αξιοποιούν με τον πιο πρόσφορο
τρόπο. Αυτή είναι άλλωστε και ο κλασικότερη μέθοδος να παραχθεί νέος πλούτος για μία χώρα και να διευρυνθεί η πίτα
της οικονομίας.
Το ερώτημα
είναι, είμαστε διατεθειμένοι να θέσουμε τα
ζητήματα αυτά στην ουσία τους και να επαναπροσδιορίσουμε την ελληνική οικονομία με ουσιαστικούς όρους μεγέθυνσης;
Η ματαίωση
εκατοντάδων επενδυτικών σχεδίων , με τη μορφή άμεσων ξένων επενδύσεων –δηλαδή
καθαρή εισροή νέου χρήματος από το εξωτερικό, είναι δηλωτική της αντίληψης που κυριαρχεί στη χώρα.
Το ένα μετά
το άλλο τα επενδυτικά σχέδια σκοντάφτουν στα θεσμικά αδιέξοδα, στην έλλειψη
νομοθετικού πλαισίου, την ανυπαρξία αμιγώς ελληνικών σχεδίων ανάπτυξης, τη γραφειοκρατία, τη σκανδαλολογία , τα
άπειρα μικροσυμφέροντα και κυρίως σε
μια νοοτροπία που τα θέλει όλα χωρίς να
προσφέρει τίποτα.
Το
παράδειγμα του Βοτανικού, είναι εύγλωττο. Μια επένδυση εκατοντάδων εκατομμυρίων
που θα αξιοποιούσε μια υποβαθμισμένη περιοχή της πρωτεύουσας,
«σκόνταψε» στις ιδιόμορφες ευαισθησίες για τους κορμοράνους, για να καταλήξει
χρόνια μετά σε κέντρο φιλοξενίας
μεταναστών , γεγονός που σηματοδοτεί ακόμα περισσότερο την υποβάθμιση της
περιοχής.
Η ανάπτυξη
του Αττικού παραλιακού μετώπου, είναι άλλο ένα τρανταχτό παράδειγμα. Οι μαρίνες
για σκάφη αναψυχής επίσης . Η αξιοποίηση των ορεινών όγκων ομοίως.
Η χώρα, σήμερα
περισσότερο παρά ποτέ, χρειάζεται ένα ισχυρό θεσμικό σοκ. Δεν χρειάζεται εισαγόμενους και ευφάνταστους οικονομολόγους που
απλά αποτυπώνουν σε λογιστικές καταστάσεις φόρους και ισοδύναμα, χωρίς ίχνος
αγωνίας για τη χώρα και το μέλλον της.
Έχει ανάγκη από παρεμβάσεις που θα κινούνται πέρα και έξω τα μνημόνια. Που δεν χρειάζονται
καμία έγκριση από τους δανειστές. Έχει ανάγκη να επανασχεδιάσει ένα Ελληνικό μοντέλο
ανάπτυξης. Και αυτό ασφαλώς προϋποθέτει, συζήτηση και αποδοχή για τα αυτονόητα εκ μέρους όλων. Το
ζήτημα είναι, ότι αυτός ο διάλογος απουσιάζει παντελώς από τη δημόσια συζήτηση.
Όχι λοιπόν,
δεν είναι όλα μνημόνια «σύντροφοι»…
(Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην ΕΠΕΝΔΥΣΗ 14 Αυγούστου 2015)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου