Πέμπτη 30 Απριλίου 2015
Τετάρτη 29 Απριλίου 2015
Η Αξία του να είσαι αριστερός (και να μην είσαι κορόιδο) Απο την Athens Voice
Δευτέρα 27 Απριλίου 2015
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΔΙΕΞΟΔΑ ΚΑΙ ΕΚΛΟΓΕΣ
Γιώργος Α. Βουλγαράκης
Στις εθνικές εκλογές, το ερώτημα που τίθεται και το οποίο καλείται να απαντήσει ο λαός είναι: ποιοι και πώς -με ποιον τρόπο- θα κυβερνήσουν τον τόπο. Τα κόμματα παρουσιάζουν το πρόγραμμά τους και οι πολίτες το αξιολογούν, σε συνδυασμό με τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις από τη γενικότερη παρουσία των πολιτικών σχηματισμών, αλλά και τις προσδοκίες τους για το μέλλον.
Τι νόημα λοιπόν μπορεί να έχει η επαναλαμβανόμενη συζήτηση περί εκλογών σε μια χώρα που πριν από λίγες βδομάδες διεξήγαγε εκλογές, από τις οποίες μάλιστα προέκυψε κυβέρνηση ισχυρής πλειοψηφίας;
Ο ισχυρισμός όσων κάνουν λόγο για νέες εκλογές εδράζεται στο γεγονός ότι η νέα κυβέρνηση αντιμετωπίζει προβλήματα στο να εφαρμόσει το πρόγραμμα που εξήγγειλε προεκλογικά -αφού τα οικονομικά δεδομένα της χώρας δεν το επιτρέπουν.
Την ίδια ώρα, τα κυβερνητικά στελέχη αδυνατούν να προσαρμοσθούν στις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει προ πολλού η χώρα και να εφαρμόσουν μια πολιτική με την οποία κατά βάση διαφωνούν.
Ταυτόχρονα, ο ελληνικός λαός φαίνεται μέσα από τις μετρήσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας να στηρίζει γενικότερα τη νέα κυβέρνηση, από την οποία ωστόσο απαιτεί να μην οδηγηθεί η χώρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ενωσης και εκτός της ευρωζώνης.
Είναι δυνατόν, όμως, το κόμμα που διεκδίκησε και τελικά κέρδισε τις εκλογές, με ένα στελεχιακό δυναμικό πανεπιστημιακού επιπέδου, να αγνοούσε παντελώς τα δεδομένα και τις δεσμεύσεις της ελληνικής οικονομίας;
Να μη γνώριζε τη διεθνή θέση της χώρας και να μην αντιλαμβανόταν ότι οι επιλογές που οποιαδήποτε νέα κυβέρνηση θα είχε στη διάθεσή της θα ήταν περιορισμένες;
Είναι πιθανό να πίστευε ότι αρκούσε απλά και μόνο η εκλογή της για να διαγραφούν τα χρέη, να μηδενιστούν τα ελλείμματα, να διορθωθούν αυτομάτως οι δυσλειτουργίες και οι παθογένειες της ελληνικής οικονομίας;
Αλλά και, από την άλλη, είναι πιθανό το εκλογικό σώμα να θεωρούσε ότι όλα αυτά θα ήταν δυνατόν να συμβούν επειδή απλώς και μόνο θα αλλάξει μια κυβέρνηση από μια άλλη; Προφανώς όχι.
Είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι η νέα κυβέρνηση διεκδίκησε και τελικά έλαβε την ψήφο του εκλογικού σώματος είτε με λάθος ατζέντα -που ωστόσο άρεσε στους πολίτες- είτε με κρυφή ατζέντα, αν η επιλογή είναι η ρήξη, που ωστόσο κανένας δεν επιθυμεί.
Ζήτησε να κυβερνήσει με στελέχη των οποίων η αντίληψη δεν έχει απολύτως καμία σχέση με την πραγματικότητα. Πολιτεύτηκε υποσχόμενη τα πάντα στους πάντες, γνωρίζοντας ότι αυτό δεν θα ήταν δυνατόν να συμβεί ούτε στον κόσμο των παραμυθιών.
Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος ειδικός στα οικονομικά για να αντιληφθεί το πρόβλημα της οικονομίας της χώρας. Τα δεδομένα είναι συγκεκριμένα και η λύση -με βάση τους περιορισμούς-, σχεδόν μονοσήμαντη. Μόνο το μίγμα της πολιτικής θα μπορούσε να αλλάξει και στην πραγματικότητα αυτό είναι που επέλεξαν οι πολίτες.
Συνεπώς, ποιο θα είναι το νόημα μιας νέας εκλογικής αναμέτρησης; Εχει λεχθεί ότι στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα.
Τη λύση κάθε φορά δίνουν οι εκλογές. Ο συλλογισμός αυτός είναι κατά βάση σωστός, θα ήταν όμως πλήρης, αν συνοδευόταν με την παρατήρηση ότι οι επαναλαμβανόμενες άνευ λόγου εκλογές είναι περισσότερο από βέβαιο ότι παρατείνουν τα αδιέξοδα.
Κυριακή 26 Απριλίου 2015
ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΑ
Ήμουν από τους πολύ τυχερούς που είχα γνωρίσει προσωπικά το Μάνο Χατζιδάκι.
Είχα την τύχη να συνομιλώ μαζί του αρκετά τακτικά . Μου
άρεσε , εκεί στο «Μαγεμένο Αυλό» που τον
συναντούσα τις Παρασκευές, να τον ακούω να μιλάει για ζητήματα που για μένα , ήταν πολύ έξω από την οπτική
μου.
Έκανα τότε το Διδακτορικό μου και νόμιζα ότι ήξερα τα πάντα …
Απ αυτόν
κατάλαβα, ότι δεν είχα ιδέα για τίποτα!
Ρωτούσα συνεχώς και προσπαθούσα να ρουφάω σαν σφουγγάρι την
κάθε του λέξη.
Κάποτε ,λοιπόν, τον ρώτησα : « Ποιό είναι ,κατά τη γνώμη σας,
το τελειότερο μουσικό όργανο;» Χωρίς να σκεφτεί ούτε δευτερόλεπτο, μου απάντησε
« η ανθρώπινη φωνή Γιώργο μου». Μου εξήγησε με απλά λόγια, ότι όλοι οι ήχοι και
οι νότες που βγάζουν τα μουσικά όργανα πατάνε στην ανθρωπινή φωνή.
Γιατί τα λέω αυτά
τώρα;
Παρακολούθησα – χωρίς να το θέλω είναι αλήθεια, τη «διαμάχη»
για το γεγονός ότι ο κ.Ρουβάς, θα τραγουδήσει το «Άξιον Εστί» του Μ. Θεοδωράκη.
Τον κ. Ρουβά, δεν τον γνωρίζω προσωπικά. Δεν τον έχω
συναντήσει ποτέ δηλαδή. Ούτε τα τραγούδια με τα οποία έγινε γνωστός μπορώ να πω
ότι ήταν του γούστου μου.
Ξέρω όμως ότι έχει πολύ καλή φωνή , όπως επίσης ξέρω ότι
τίποτα στη ζωή – επιτυχία η αποτυχία,
δεν είναι τυχαίο.
Πολύ καλά κάνει και δοκιμάζει να τραγουδήσει Θεωδοράκη και
πολύ σωστά ο Μίκης, είπε ότι τα τραγούδια του ανήκουν σε όλους.
Ο κόσμος θα κρίνει αν ο κ. Ρουβάς
μπορεί να τα ερμηνεύσει καλά ή όχι.
Το θέμα δεν είναι αυτό.
Το θέμα είναι ότι στην Ελλάδα έχουμε
μάθει να ζούμε με στερεότυπα.
Έχουμε μάθει να κρίνουμε χωρίς να ακούμε, να
μιλάμε χωρίς να ξέρουμε και να αποφασίζουμε χωρίς γνωρίζουμε.
Αν με ρωτάτε ,λοιπόν, τι πρέπει να αλλάξουμε πρώτο, στη χώρα, η απάντηση είναι τη νοοτροπία μας!
Πέμπτη 23 Απριλίου 2015
ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ
Ο εσωτερικός δανεισμός είναι βασικά η αγορά ομολόγων του δημοσίου από τους Πολίτες του, ιδιώτες και επιχειρήσεις - κυρίως φυσικά από τους καταθέτες. Το κράτος εκδίδει ομόλογα, τα οποία προσφέρει στους Πολίτες του, με κάποιες συγκεκριμένες προϋποθέσεις (επιτόκια, χρόνος διάρκειας). Με δεδομένη όμως την εμπειρία του παρελθόντος, όπου οι τότε Έλληνες ομολογιούχοι υπέστησαν διαγραφή στα πλαίσια του PSI, θεωρώ πολύ δύσκολη την εκούσια αγορά ομολόγων - εκτός εάν είναι επαρκώς εγγυημένα όπως, για παράδειγμα, με δημόσια περιουσιακά στοιχεία (μετοχές, ακίνητα κλπ.).
Υπάρχει δηλαδή διαχωρισμός μεταξύ αναγκαστικού και οικειοθελούς εσωτερικού δανεισμού;
Ο οικειοθελής εσωτερικός δανεισμός είναι αυτός που περιέγραψα προηγουμένως. Με τον αναγκαστικό, το κράτος υποχρεώνει τους καταθέτες να ανταλλάξουν, κατά κάποιον τρόπο, μέρος των καταθέσεων τους με ομόλογα του δημοσίου - κάτι που όμως μοιάζει με κατάσχεση των αποταμιεύσεων, η οποία δημιουργεί προβλήματα στην οικονομία (εκροές χρημάτων στο εξωτερικό πριν εφαρμοσθεί το μέτρο κλπ.). Ελπίζω να μην ήταν αυτό το νόημα των δηλώσεων των στελεχών της αντιπολίτευσης - αν και στην περίπτωση της επιστροφής στη δραχμή, εάν τυχόν υποχρεωνόταν να το κάνει μία κυβέρνηση που θα επέβαλλε μονομερώς τη διαγραφή δημοσίου χρέους, ενώ δεν θα τηρούσε τις υπογεγραμμένες δεσμεύσεις της χώρας, κάτι τέτοιο θα ήταν μάλλον αναπόφευκτο.
Πρακτικά, τι σημαίνει για τις καταθέσεις των Ελλήνων; Τι θα συμβεί με τα χρήματά τους;
Ο αναγκαστικός εσωτερικός δανεισμός σημαίνει πως οι καταθέτες δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν εκείνο το μέρος των καταθέσεων τους, το οποίο θα δεσμευόταν για την αγορά ομολόγων του δημοσίου.
Ως εκ τούτου, γίνεται σαφές ότι η επιβολή του εκούσιου εσωτερικού δανεισμού είναι μία επιλογή δημοκρατική. Ποιοι λόγοι μπορεί να την δικαιολογούν;
Ο εκούσιος είναι δημοκρατικός, ενώ φυσικά δεν είναι δημοκρατικός ο ακούσιος εσωτερικός δανεισμός, αφού ταιριάζει σε ολοκληρωτικά καθεστώτα - τα οποία επιβάλλουν αυτά που θέλουν, χωρίς να προϋποθέτουν τη συμφωνία των Πολιτών τους. Θα μπορούσε να αιτιολογηθεί για λόγους εθνικής ανάγκης - εάν δηλαδή η χώρα δεν ήταν διαφορετικά σε θέση να εξυπηρετήσει κάποιες επείγουσες υποχρεώσεις της. Για παράδειγμα, εάν η ΕΚΤ έπαυε να παρέχει ρευστότητα στις τράπεζες, το δημόσιο δεν θα μπορούσε να εκδώσει έντοκα γραμμάτια για να εξυπηρετήσει τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις του, αφού δεν θα μπορούσαν να τα αγοράσουν οι τράπεζες - οπότε θα αναγκαζόταν να χρησιμοποιήσει τέτοιου είδους μέτρα τα οποία, όπως πολύ σωστά αναφέρετε, είναι δημευτικής μορφής.
Εάν επιβληθεί αναγκαστικός εσωτερικός δανεισμός, με ποιον τρόπο μπορεί να αρθεί;
Επιβάλλεται δια νόμου, οπότε αίρεται ανάλογα.
Είναι πρακτική που συνηθίζεται ο εσωτερικός δανεισμός; Υπάρχουν άλλες χώρες, στις οποίες εφαρμόζεται; Αν ναι, σε τι διαφέρουν ή μοιάζουν με την ελληνική οικονομία;
Ο ακούσιος εσωτερικός δανεισμός δεν είναι συνηθισμένος, ενώ ο εκούσιος (εθελοντικός) δεν είναι κάτι ασυνήθιστο. Σχεδόν όλες οι χώρες πουλούν τα ομόλογα τους στους Πολίτες τους, όπως συνέβαινε στο παρελθόν και στην Ελλάδα. Το δημόσιο χρέος της Ιαπωνίας είναι πάνω από 90% εσωτερικό, ενώ της Ιταλίας ξεπερνούσε μέχρι πρόσφατα το 50%. Και οι δύο αυτές χώρες έχουν μεγάλο δημόσιο χρέος - η Ιταλία της τάξης του 135% του ΑΕΠ της, ενώ η Ιαπωνία πάνω από 230% του ΑΕΠ της. Οι Έλληνες όμως, σε αντίθεση με τις παραπάνω χώρες, δεν εμπιστεύονται το κράτος τους - ενώ η διαγραφή (haircut) της αξίας των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, στα πλαίσια του PSI, είναι ακόμη πολύ νωπή.
Σε αυτές τις οικονομίες, έχει επιτύχει το σύστημα του εσωτερικού δανεισμού;
Το σύστημα έχει πετύχει, ειδικά στην Ιαπωνία (αλλά και στη Γερμανία ή αλλού), επειδή οι Πολίτες, καθώς επίσης οι επιχειρήσεις τους εμπιστεύονται το κράτος τους - κάτι που ασφαλώς δεν ισχύει για τους Έλληνες, αιτιολογημένα σε κάποιο βαθμό. Ο εκούσιος εσωτερικός δανεισμός στη βάση του είναι ένα αρκετά θετικό μέτρο, αφού οι τόκοι παραμένουν στη χώρα - ενώ δεν εξαρτάται από τα χρήματα των ξένων (αγορών), τα οποία μπορεί ξαφνικά να σταματήσουν ή να διαφύγουν μαζικά, με βάση την αγελαία συμπεριφορά των αγορών.
Μετά το "κούρεμα" του χρέους το 2011, ποιοι είναι οι δανειστές της Ελλάδας; Σε ποιους χρωστάμε σήμερα και πόσα;
Χρωστάμε συνολικά 321,7 δις €. Από αυτά, τα 142 δις € στο EFSF (έμμεσα στα κράτη-μέλη), τα 53 δις € στα άλλα κράτη μέλη απ' ευθείας, τα 28 δις € στο ΔΝΤ, τα 10,9 δις € στις ελληνικές τράπεζες (ομόλογα), τα 55 δις € περίπου σε ξένες τράπεζες και επενδυτές, ενώ από τα υπόλοιπα, τα 25 δις € στην ΕΚΤ (ομόλογα του ελληνικού δημοσίου στην κατοχή της) και σε έντοκα γραμμάτια.
"Επαχθές χρέος", ένας ακόμη όρος που ακούγεται συχνά. Τι σημαίνει; Ποιο χρέος χαρακτηρίζεται επαχθές;
Πρόκειται για χρέος που έχει συναφθεί εις βάρος και εν αγνοία των Πολιτών, χωρίς να έχει χρησιμοποιηθεί προς όφελος τους. Ουσιαστικά χαρακτηρίζει τα δάνεια που λαμβάνονται από δικτατορικές κυβερνήσεις, οι οποίες δεν έχουν εκλεγεί δημοκρατικά. Το ελληνικό χρέος δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως τέτοιο στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του, με εξαίρεση ίσως αυτό που οφείλεται στην πολιτική διαφθορά. Εν τούτοις σήμερα, μετά το PSI, το δημόσιο χρέος έχει μεταφερθεί σε εντελώς νέους ιδιοκτήτες, ενώ έχει διαγραφεί ένα σημαντικό μέρος του - οπότε δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί σε καμία περίπτωση ως επαχθές.
Άρα, μία νέα ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να αρνηθεί, να αναγνωρίσει μέρος του χρέους και κατ' επέκταση να αποπληρώσει μέρος των δανείων, καθώς και τους τόκους αυτών.
Με βάση αυτά που προανέφερα, δεν μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο, με την έννοια της θεώρησης του χρέους ως επαχθές. Είναι φυσικά δυνατόν να αρνηθεί μία κυβέρνηση να αποπληρώσει ολόκληρο ή μέρος των δανείων ή/και των τόκων, αλλά αυτό θα ήταν συνώνυμο με τη χρεοκοπία της.
Τι θα συμβεί στην περίπτωση που θα προχωρήσει σε διακοπή πληρωμής, για την οικονομία εν γένει και τους πολίτες ειδικότερα; Πόσο μάλλον για μία χώρα που ανήκει σε ένα ευρύτερο σύνολο, όπως εν προκειμένω η Ελλάδα στην Ευρωζώνη.
Η χώρα θα χρεοκοπούσε. Οι συνέπειες τώρα της χρεοκοπίας για τους Πολίτες της είναι μάλλον εφιαλτικές, αφού το βιοτικό τους επίπεδο, μαζί με το κοινωνικό τους κράτος θα κατέρρεαν, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα - ενώ οι καταθέσεις τους θα χάνονταν στο συντριπτικό τους μέρος. Όλα τα υπόλοιπα «δεινά» είναι πολύ δύσκολο να τα φαντασθεί κανείς και καλύτερα να μην τα αναφέρουμε.
Πριν δύο - τρία χρόνια, συζητείτο έντονα το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ. Έχει διαφύγει αυτόν τον κίνδυνο η χώρα; Βλέπουμε, ότι έχει επανέλθει η συζήτηση περί Grexit.
Ο κίνδυνος δυστυχώς επανήλθε, ενώ η Ευρωζώνη είναι πολύ καλύτερα οχυρωμένη, με μεγαλύτερες πιθανότητες να τον αντιμετωπίσει. Η διάχυση όμως της κρίσης στις υπόλοιπες χώρες, κυρίως στην Ιταλία και στην Ισπανία, δεν μπορεί να αποκλεισθεί - γεγονός που θα σήμαινε ενδεχομένως τη διάλυση της Ευρωζώνης, ο μηχανισμός της οποίας (ESM), διαθέτοντας μόλις 500 δις €, είναι αδύνατον να διασώσει χώρες αυτού του μεγέθους (μόνο η Ιταλία χρωστάει πάνω από 2,2 τρις €) . Επομένως, η Κομισιόν θα είναι προσεκτική, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως θα έπρεπε να υπερεκτιμήσουμε τις διαπραγματευτικές μας δυνατότητες.
Είναι η Ελλάδα πράγματι αναντικατάστατο μέλος της Ευρωζώνης ή μπορεί η Ένωση και χωρίς εμάς;
Η έξοδος μίας χώρας από την Ευρωζώνη δεν είναι νομικά εφικτή - η ιδιότητα του μέλους είναι αμετάκλητη. Ο μοναδικός δρόμος είναι η εκούσια έξοδος από την ΕΕ, η οποία θα σήμαινε την αντίστοιχη από την Ευρωζώνη - αφού δεν μπορεί κάποιο κράτος που δεν ανήκει στην ΕΕ να είναι μέλος της Ευρωζώνης. Αναντικατάστατη δεν είναι σίγουρα η Ελλάδα.
Εκτιμάτε, ότι η Ευρώπη και οι δανειστές της Ελλάδας, έχουν έκτοτε, από το 2011 - 2012, προετοιμαστεί, για να αντιμετωπίσουν αυτό το ενδεχόμενο;
Έχουν ασφαλώς προετοιμασθεί για να αντιμετωπίσουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο - ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε πως μετά την υπογραφή του PSI η Ελλάδα είναι υποθηκευμένη, αδυνατεί να μετατρέψει το εξωτερικό χρέος της σε ενδεχόμενο δικό της νόμισμα, ενώ οι δανειακές συμβάσεις είναι δρακόντειες και τα ομόλογα αγγλικού Δικαίου.
Μετά από τόσα χρόνια λιτότητας και θυσιών από τους Έλληνες πολίτες, η χώρα μας έχει διαφύγει τον κίνδυνο της χρεοκοπίας;
Τα μέτρα που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα επιδείνωσαν κατά πολύ την οικονομική της θέση - κυρίως επειδή τα ελλείμματα μειώθηκαν μέσω της αύξησης των φόρων, καθώς επίσης της μείωσης των εισοδημάτων των Ελλήνων, παράγοντας 1.500.000 ανέργους και αποψιλώνοντας τον παραγωγικό ιστό της χώρας. Ο κίνδυνος χρεοκοπίας λοιπόν είναι εκθετικά μεγαλύτερος από το παρελθόν - αν και μία χώρα που αδυνατεί να προσφύγει στις αγορές για να χρηματοδοτηθεί, διατηρούμενη στον ορό από τους θεσμικούς δανειστές της, θεωρείται ήδη αθεράπευτα χρεοκοπημένη.
Για μία οικονομία όπως η ελληνική, με δημόσιο χρέος, υψηλή ανεργία, πάγωμα νέων επενδύσεων και άρα δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας και παράλληλη υψηλή φορολογία, ποιες άλλες επιλογές "σωτηρίας" υπάρχουν πέραν των προγραμμάτων λιτότητας;
Τα προγράμματα λιτότητας, τα οποία όμως θα στηρίζονται κυρίως στη μείωση της κρατικής σπατάλης και όχι στους φόρους ή στις συνεχείς μειώσεις των μισθών, είναι αναπόφευκτα. Εάν όμως δεν συνοδεύονται από αναπτυξιακά μέτρα, είναι θανατηφόρα για την Οικονομία.
Πιο συγκεκριμένα, ποια θεωρείτε ως ενδεδειγμένη οικονομική πολιτική, για να βγει η Ελλάδα από την κρίση;
Απαιτείται η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων μας, με επιτόκια ίσα με αυτά της ΕΚΤ, καθώς επίσης με ευρωπαϊκά αναπτυξιακά μέτρα - έτσι ώστε να είναι βιώσιμη η εξυπηρέτηση του χρέους, βασιζόμενη κυρίως στην αύξηση του ΑΕΠ. Η λήψη των σωστών διαρθρωτικών μέτρων (επιτάχυνση της απονομής Δικαίου, περιορισμός της γραφειοκρατίας, λειτουργικό επιχειρηματικό πλαίσιο, ορθολογικό και απλό φορολογικό σύστημα, μείωση της κρατικής σπατάλης, αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων κλπ.), θα έπρεπε να είναι η δική μας συμβολή στην όλη διαδικασία. Πιθανότατα όλα αυτά θα μπορούσαμε να τα απαιτήσουμε επιτυχώς από την Ευρωζώνη - ενδεχομένως μαζί με μία ακόμη μείωση του χρέους, σε λογικά πλαίσια.
(ΠΗΓΗ ΝΕWS247)
Τετάρτη 22 Απριλίου 2015
Νέος Πλούτος
του Γιώργου Βουλγαράκη
Η κλασικότερη, ίσως, διαφορά της οικονομικής πολιτικής ανάμεσα στον φιλελευθερισμό και τη σοσιαλδημοκρατία ήταν ανέκαθεν ο τρόπος δημιουργίας και διαχείρισης του πλούτου.
Οι μεν φιλελεύθερες πολιτικές προσέγγιζαν το ερώτημα «πώς δημιουργείται ο πλούτος» και στόχευαν στη δημιουργία μηχανισμών που θα διευκόλυναν την «ελεύθερη επιλογή», προκειμένου να παραχθεί.
Οι δε σοσιαλδημοκρατικές, που εμπιστεύονταν κυρίως τους μηχανισμούς τους κράτους, προσέγγιζαν περισσότερο τον τρόπο διανομής του στην κοινωνία.
Η παγκόσμια οικονομική ιστορία καταγράφει πλήθος παραδειγμάτων σύγκρουσης των δύο κορυφαίων ρευμάτων σκέψης και η οικονομική επιστήμη προσφέρει αναρίθμητες μελέτες για τα ζητήματα αυτά.
Όπως και να έχει το ζήτημα, το βέβαιο είναι ότι τόσο η δημιουργία πλούτου όσο και η κατανομή του στα μέλη της κοινωνίας φαίνεται ότι θα αποτελούν ένα πεδίο διαρκούς αντιπαράθεσης.
Το ερώτημα που τίθεται είναι, στην Ελλάδα με τα γνωστά προβλήματα, ποια ακριβώς πρέπει να είναι η προσέγγιση;
Η χώρα, προφανώς, πρέπει να διαχειριστεί τα των μνημονίων ή, όπως πρόσφατα αποκαλούνται πιο εύηχα, Brussels groups ή Athens groups. Και η αλήθεια είναι ότι οι πιεστικές ταμειακές ανάγκες της καθημερινότητας δεν αφήνουν πολλά περιθώρια εναλλακτικών προσεγγίσεων. Υπάρχουν δεσμευτικά χρονικά ορόσημα και ποσά που πρέπει να εξευρεθούν.
Παρ’ όλα αυτά, η έξοδος της Ελλάδας από την παρατεταμένη κρίση δεν μπορεί να προέλθει με κανέναν άλλο τρόπο παρά μόνο με τη δημιουργία νέου πλούτου.
Πρέπει να μεγαλώσει η πίτα και όχι να κοπεί σε περισσότερα και μικρότερα κομμάτια. Η υπερφορολόγηση ενός λαού, που έχει προ πολλού εξαντλήσει τη φοροδοτική του δυνατότητα, δεν είναι σε θέση να λύσει κανένα απολύτως πρόβλημα.
Όπως, επίσης, η εξεύρεση πόρων από το πουθενά, δίκην δημιουργικής ασάφειας, δεν προσφέρει απολύτως τίποτα.
Πολύ περισσότερο πολιτικές συνεπώς τύπου διορισμοί στο Δημόσιο, αυξήσεις μισθών, συντάξεων και λοιπών παροχών δεν έχουν την παραμικρή αξία στον βαθμό που δεν εδράζονται στα πραγματικά παραγωγικά δεδομένα της οικονομίας.
Πρέπει οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας να αρχίσουν να μιλούν για ανάπτυξη και μεγέθυνση της οικονομίας μέσα από μεσοπρόθεσμους σχεδιασμούς, αλλά με πρακτικό τρόπο. Πρέπει να επανεκτιμηθούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας και να εκπονηθούν νέα σχέδια για την αξιοποίησή τους.
Είναι λογικό, για παράδειγμα, μια χώρα που περιβάλλεται από θάλασσα να μην έχει ναυπηγεία και την ίδια ώρα να έχουν βάλει «λουκέτο» σχεδόν όλες οι βιοτεχνίες σκαφών αναψυχής;
Μπορεί μια χώρα με τόσο πλούσια πολιτιστική κληρονομιά και ιστορία να μην έχει μια φιλοσοφική σχολή στην οποία να έρχονται φοιτητές απ’ όλο τον κόσμο;
Να μην είναι σε θέση άνθρωποι που έρχονται από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα να επισκεφτούν τα μνημεία, διότι το προσωπικό απεργεί;
Ερωτήσεις, όπως αυτές, μπορούν να τεθούν εκατοντάδες.
Το ζήτημα είναι ότι τα θέματα αυτά απουσιάζουν εντελώς από τον δημόσιο διάλογο. Και απουσιάζουν, διότι οι απαντήσεις δεν μπορούν να δοθούν αν δεν αντιμετωπιστεί με θάρρος η παθογένεια μιας κουλτούρας που έχει οικοδομηθεί για δεκαετίες.
Μιας κουλτούρας στηριγμένης στη λογική της ήσσονος προσπάθειας και στον από μηχανής θεό. Το δυστύχημα είναι ότι όσο η συζήτηση δεν ανοίγει τόσο το μέλλον της χώρας παραμένει αβέβαιο.
Tags: ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗΣ
Δευτέρα 20 Απριλίου 2015
Τελευταία φορά Αριστερά;
Oι προεκλογικές περίοδοι, για όσους έχουν εθιστεί στην πολιτική, είναι μακράν οι πιο ενδιαφέρουσες στον πολιτικό κύκλο.
Και στη χώρα μας, είναι αλήθεια, υπάρχει μεγάλη δόση πολιτικοεξάρτησης. Προεκλογικά ακούγονται οι μεγαλύτερες υπερβολές, αλλά και οι πιο σοβαρές αλήθειες. Και παρά το γεγονός ότι ο προεκλογικός αγώνας επικεντρώνεται συνήθως στα κεντρικά επιχειρήματα των κομμάτων, ακούγονται και περιφερειακές απόψεις που παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον.
«Είναι προτιμότερο να εκλεγεί η Aριστερά, γιατί είναι ο μόνος τρόπος να τελειώνουμε με αυτήν μια κι έξω». Η άποψη αυτή, αν και δεν υποστηριζόταν δημόσια, κυκλοφορούσε στους κύκλους της Κεντροδεξιάς, προφανώς διαβλέποντας το εκλογικό αποτέλεσμα. Οι πρόσφατες εκλογές, ως αναμενόταν, έφεραν για πρώτη φορά την Αριστερά στην κυβέρνηση.
Το ερώτημα είναι: θα είναι όντως η τελευταία;
Η Αριστερά υπήρξε διαχρονικά μια σημαντική παράμετρος στο πολιτικό μας σύστημα. Σε όλες τις εκφάνσεις της, από τη μετριοπαθή έως και την πιο ακραία, είχε καταφέρει να ασκεί μια δυσανάλογα μεγάλη επιρροή στη κοινωνία σε σχέση με τα ποσοστά της.
Η ρητορική της είχε αποκτήσει σημαντική διεισδυτικότητα. Κυριάρχησε στην επιστήμη, στην τέχνη, στον πολιτισμό. Σφράγισε τον συνδικαλισμό.
Επηρέασε τη σκέψη των διαμορφωτών της κοινής γνώμης. Κατάφερε να ταυτιστεί με τον προοδευτισμό.
Παρ’ όλα αυτά, αν δεν υπήρχε η κρίση, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα φλέρταρε με την εξουσία. Άλλωστε, για πολλά χρόνια οι πολίτες σκέφτονταν αριστερά, αλλά δεν ψήφιζαν ποτέ με τον ίδιο τρόπο.
Αυτή, λοιπόν, η Αριστερά γιγαντώθηκε στα χρόνια της κρίσης, ώσπου κατάκτησε την κυβερνητική εξουσία. Από το σημείο αυτό αρχίζει και η αξιολόγησή της.
Αν και ο χρόνος είναι λίγος, είναι προφανές ότι η Αριστερά του χθες δεν έχει καμία σχέση με αυτήν του σήμερα. Και δεν θα μπορούσε να έχει, διότι είναι άλλο να υπόσχεσαι και διαφορετικό να κυβερνάς. Ηδη αισθάνεται άβολα με τους μηχανισμούς της εξουσίας, αφού έχει διαπαιδαγωγηθεί να βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα αυτής.
Η αμφιθυμία της στο να κυβερνήσει είναι εμφανής. Πλέον, τα στελέχη της εκτίθενται στη δημόσια συζήτηση, αξιολογούνται καθημερινά και στην πραγματικότητα έχουν μόνο δύο επιλογές. Είτε θα προσαρμοστούν στην πραγματικότητα, γεγονός που θα οξύνει τις εσωτερικές τους αντιθέσεις και θα ακυρώσει τη ρητορική τους, είτε θα οδηγήσουν τη χώρα στον γκρεμό, με επίσης απίστευτες συνέπειες και για τους ίδιους. Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, είναι βέβαιον ότι στα μάτια των πολιτών θα πάψουν να εκφράζουν αυτό που έως σήμερα εξέφραζαν.
Η εξουσία μοιραία ακυρώνει στελέχη, αναπροσαρμόζει πολιτικές και μεταλλάσσει κόμματα. Δημιουργεί νέα πολιτικά δεδομένα και αναοριοθετεί τον κομματικό χάρτη. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα αποτελέσει την εξαίρεση σε αυτό.
Η εξουσία, ούτως ή άλλως, τον μεταλλάσσει ήδη και αυτό φαίνεται από τις αντιθέσεις που εκδηλώνονται στο εσωτερικό του.
Η Αριστερά, συνεπώς, όπως την ξέραμε θα πάψει να υπάρχει, κυρίως γιατί από τη φύση της είναι δύναμη αντιπολίτευσης και όχι κυβερνητική. Ως χώρος θα εξακολουθεί να υφίσταται και προφανώς θα εκφραστεί κάποια στιγμή. Όμως με άλλα πρόσωπα, άλλη ατζέντα και πιθανώς με άλλον πολιτικό φορέα. Η πολιτική, άλλωστε, απεχθάνεται τα κενά και σπεύδει να τα καλύψει.
ical-align: baseline; white-space: nowrap;">Α
Πέμπτη 16 Απριλίου 2015
Τετάρτη 8 Απριλίου 2015
Το πρόβλημα είναι η Ευρώπη;
του Γιώργου Βουλγαράκη
"Η Ελλάς προσέρχεται στην Ευρώπη με τη βεβαιότητα ότι στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης εμπεδώνεται για όλα τα μέρη η εθνική ανεξαρτησία, κατοχυρώνονται οι δημοκρατικές ελευθερίες, επιτυγχάνεται η οικονομική ανάπτυξη και γίνεται με τη συνεργασία όλων κοινός καρπός η κοινωνική και οικονομική πρόοδος.
Kαι για να μετάσχουμε σ’ αυτή την προσπάθεια, έχομε την απόφαση να επιχειρήσουμε τις διαρθρωτικές μεταβολές και τους θεσμικούς εκσυγχρονισμούς που θα διευκολύνουν την πορεία μας. Εχομε συνείδηση των δυσχερειών. Διδαχθήκαμε από τον κλασικό ελληνισμό ότι “χαλεπά τα καλά”.
Kαι για να μετάσχουμε σ’ αυτή την προσπάθεια, έχομε την απόφαση να επιχειρήσουμε τις διαρθρωτικές μεταβολές και τους θεσμικούς εκσυγχρονισμούς που θα διευκολύνουν την πορεία μας. Εχομε συνείδηση των δυσχερειών. Διδαχθήκαμε από τον κλασικό ελληνισμό ότι “χαλεπά τα καλά”.
Μ’ αυτά τα λόγια ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ανακοίνωνε την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ τον Μάιο του 1979. Σήμερα, 36 χρόνια έπειτα από την ιστορική αυτή απόφαση, η Ελλάδα βρίσκεται στη δεινότερη θέση της μεταπολεμικής της Ιστορίας. Τίτλοι όπως «Η Ελλάδα σε πόλεμο με την Ε.Ε.» εμφανίζονται όλο και πιο συχνά στα ΜΜΕ, ενώ το ρεύμα του ευρωσκεπτικισμού φαίνεται να κερδίζει διαρκώς και περισσότερο έδαφος.
Είναι η Ευρώπη που ευθύνεται για την κατάληξη αυτή ή εμείς οι ίδιοι δεν κάναμε τα απαραίτητα βήματα για να στηρίξουμε την κορυφαία αυτή πολιτική επιλογή;
Στη χώρα μας είναι σαφές ότι δεν αρέσουν οι αλήθειες και ειδικά όταν είναι σκληρές. Και δεν είναι λίγες οι φορές που, όταν λέχθηκαν αλήθειες, λοιδορήθηκαν και χλευάστηκαν από το σύνολο της κοινής γνώμης.
Και η αλήθεια είναι ότι ενώ η Ευρώπη υπήρξε πάντα αρωγός στην Ελλάδα, είμαστε εμείς -πολιτικές δυνάμεις, πολιτικοί και πολίτες- που αφήσαμε τις ευκαιρίες να χαθούν. Ο καθένας με το δικό του αναλογικό μερίδιο ευθύνης, αλλά και όλοι μαζί ως κοινωνία αντιμετωπίσαμε την Ευρώπη περισσότερο ως «παχιά αγελάδα», παρά σαν ευκαιρία εκσυγχρονισμού ενός απαρχαιωμένου πολιτικού και οικονομικού συστήματος.
Προσχωρήσαμε στη βολική επιλογή μιας ευημερίας που υπάκουε περισσότερο στην «ατομική τακτοποίηση» και θεωρήσαμε τον κοινωνικό αυτοματισμό υποκατάστατο των μεταρρυθμίσεων και των αλλαγών.
Δεν προσαρμοστήκαμε στις ανακατατάξεις της νέας παγκοσμιοποιημένης πραγματικότητας.
Στην ίδια αντίληψη, οικονομικές δυνάμεις αναπτύχθηκαν, εκμεταλλευόμενες τους σαθρούς μηχανισμούς ενός συστήματος που λειτουργούσε αυτοτελώς και με την άνεση που του εξασφάλιζε η αναλογική διασπορά του οφέλους.
Στη χώρα μας είναι σαφές ότι δεν αρέσουν οι αλήθειες και ειδικά όταν είναι σκληρές. Και δεν είναι λίγες οι φορές που, όταν λέχθηκαν αλήθειες, λοιδορήθηκαν και χλευάστηκαν από το σύνολο της κοινής γνώμης.
Και η αλήθεια είναι ότι ενώ η Ευρώπη υπήρξε πάντα αρωγός στην Ελλάδα, είμαστε εμείς -πολιτικές δυνάμεις, πολιτικοί και πολίτες- που αφήσαμε τις ευκαιρίες να χαθούν. Ο καθένας με το δικό του αναλογικό μερίδιο ευθύνης, αλλά και όλοι μαζί ως κοινωνία αντιμετωπίσαμε την Ευρώπη περισσότερο ως «παχιά αγελάδα», παρά σαν ευκαιρία εκσυγχρονισμού ενός απαρχαιωμένου πολιτικού και οικονομικού συστήματος.
Προσχωρήσαμε στη βολική επιλογή μιας ευημερίας που υπάκουε περισσότερο στην «ατομική τακτοποίηση» και θεωρήσαμε τον κοινωνικό αυτοματισμό υποκατάστατο των μεταρρυθμίσεων και των αλλαγών.
Δεν προσαρμοστήκαμε στις ανακατατάξεις της νέας παγκοσμιοποιημένης πραγματικότητας.
Στην ίδια αντίληψη, οικονομικές δυνάμεις αναπτύχθηκαν, εκμεταλλευόμενες τους σαθρούς μηχανισμούς ενός συστήματος που λειτουργούσε αυτοτελώς και με την άνεση που του εξασφάλιζε η αναλογική διασπορά του οφέλους.
Παρά τους βερμπαλισμούς, δεν ασχοληθήκαμε ποτέ σοβαρά με το φαινόμενο της διαπλοκής. Το έργο, όσο κι αν ήταν επικίνδυνο, ήταν επαναλαμβανόμενο.
Οι πολίτες επέλεγαν τους αρεστούς και οι πολιτικές δυνάμεις προσπαθούσαν να αρέσουν για να είναι επιλέξιμες. Στην αντίθετη περίπτωση, το σύστημα λειτουργούσε με μορφή πολιτικού εκκαθαριστή. Με όρους καθαρού δημοσιονομικού οφέλους, η Ελλάδα διαχρονικά υπήρξε από τα πιο ωφελημένα μέλη της Ε.Ε.
Περισσότερο από 200 δισ. ευρώ ήταν τα συνολικά έσοδα της χώρας όλα αυτά τα χρόνια, από τα ΜΟΠ έως τα ΕΣΠΑ.
Ακόμα και σήμερα, που η χώρα είναι με την πλάτη στον τοίχο, είναι η Ευρώπη -με τα καλά και τα κακά της- στην οποία καταφύγαμε. Και απ’ αυτήν περιμένουμε τη λύση του αδιεξόδου μας. Αν κάτι, λοιπόν, πρέπει να αλλάξει, είναι η νοοτροπίας μας ως κοινωνίας. Είναι η θεώρησή μας για τη χώρα και την προοπτική της.
Είναι ο ίδιος μας ο εαυτός.
Στην αντίθετη περίπτωση, θα θυμίζουμε τον γραφικό πατροκτόνο, που, αφού σκότωσε τον πατέρα του, ζητούσε επιείκεια επικαλούμενος ότι είναι ορφανός.
Οι πολίτες επέλεγαν τους αρεστούς και οι πολιτικές δυνάμεις προσπαθούσαν να αρέσουν για να είναι επιλέξιμες. Στην αντίθετη περίπτωση, το σύστημα λειτουργούσε με μορφή πολιτικού εκκαθαριστή. Με όρους καθαρού δημοσιονομικού οφέλους, η Ελλάδα διαχρονικά υπήρξε από τα πιο ωφελημένα μέλη της Ε.Ε.
Περισσότερο από 200 δισ. ευρώ ήταν τα συνολικά έσοδα της χώρας όλα αυτά τα χρόνια, από τα ΜΟΠ έως τα ΕΣΠΑ.
Ακόμα και σήμερα, που η χώρα είναι με την πλάτη στον τοίχο, είναι η Ευρώπη -με τα καλά και τα κακά της- στην οποία καταφύγαμε. Και απ’ αυτήν περιμένουμε τη λύση του αδιεξόδου μας. Αν κάτι, λοιπόν, πρέπει να αλλάξει, είναι η νοοτροπίας μας ως κοινωνίας. Είναι η θεώρησή μας για τη χώρα και την προοπτική της.
Είναι ο ίδιος μας ο εαυτός.
Στην αντίθετη περίπτωση, θα θυμίζουμε τον γραφικό πατροκτόνο, που, αφού σκότωσε τον πατέρα του, ζητούσε επιείκεια επικαλούμενος ότι είναι ορφανός.
Tags: ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗΣ
Δευτέρα 6 Απριλίου 2015
Μήπως ήρθε η ώρα, κ. Πρόεδρε;
του Γιώργου Βουλγαράκη
Η εμπειρία από τις συγκυβερνήσεις της τελευταίας περιόδου, οπροεκλογικός αγώνας που ακολούθησε, με τις αμέτρητες συζητήσεις, και ηπερίπλοκη φάση που έκτοτε διέρχεται η χώρα με τη νέα κυβέρνηση, πέραν της ηλεκτρισμένης ατμόσφαιρας που δημιουργούν, έχουν αποκαλύψει στα μάτια των πολιτών σε απόλυτο βαθμό το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας. Η κατάσταση είναι απελπιστική και οι λύσεις, με ελάχιστες παραλλαγές, καθορισμένες. Πρέπει να περιοριστούν οι δαπάνες, να αυξηθούν τα έσοδα, να εκσυγχρονιστούν οι δομές του κράτους και να πραγματοποιηθούν οι πολυσυζητημένες μεταρρυθμίσεις. Με μνημόνιο, θεσμούς ή χωρίς, δεν γίνεται διαφορετικά. Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν, όπως δεν υπήρξαν ποτέ και πουθενά στον κόσμο.
Αυτό οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ το γνώριζαν και το γνωρίζουν. Οπως επίσης γνωρίζουν ότι οποιαδήποτε άλλη επιλογή θα οδηγήσει σε τέτοια αδιέξοδα που η παρούσα συγκυρία θα φαντάζει παράδεισος. Δεν θα είναι μόνο η εξαθλίωση, που όμοιά της δεν θα έχει βιώσει ποτέ ο λαός σε περίοδο ειρήνης. Θα είναι κατά πάσα πιθανότητα και η εθνική ταπείνωση που θα υποστεί η χώρα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Το καταπληκτικό είναι ότι, ενώ όλα αυτά είναι γνωστά τοις πάσι, ο πολιτικός κόσμος, δύο και πλέον μήνες μετά τις εκλογές, εξακολουθεί να συμπεριφέρεται προεκλογικά. Οι μεν, ως «πρώτη φορά Αριστερά», πλέουν σε πελάγη ευτυχίας και προσποιούνται ότι δεν βλέπουν την απειλή του «ξαφνικού θανάτου».
Οι δε, ως «είδατε που τα λέγαμε», εμφανίζονται στα μάτια των πολιτών σαν χαιρέκακοι, που αναμένουν το «ατύχημα» για να δικαιωθούν. Αν το ζήτημα είναι το πολιτικό κόστος, σε όποια κλίμακα και αν μετρηθεί (κοινωνική, εσωκομματική ή άλλη), πρέπει να γίνει σαφές ότι η καταστροφή της χώρας θα συμπαρασύρει ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Πλανώνται πλάνην οικτράν όσοι θεωρούν ότι, μετά από μια καταστροφή, θα υπάρξουν πολιτικοί επιζώντες. Την ίδια πλάνη πλανώνται και όσοι θεωρούν ότι θα εμφανιστεί ο από μηχανής θεός, που θα βγάλει τη χώρα από την κρίση. Ο φανατισμός είναι ίδιον των νεοφώτιστων και των άσχετων και η αλήθεια είναι ότι στις ημέρες μας περισσεύει.
Λείπουν οι μετριοπαθείς και οι ήρεμες φωνές, που περισσότερο από ποτέ χρειάζεται ο τόπος. Δεν υπάρχουν οι φωτισμένοι ηγέτες, να εμπνεύσουν τον λαό. Να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, μιλώντας απλά, αλλά ουσιαστικά, χωρίς συνθήματα και βερμπαλισμούς. Να εξηγήσουν με παρρησία στους πολίτες ότι πρέπει να υπάρξουν συγκεκριμένες θυσίες (όσο γίνεται πιο δίκαιες), αλλά θα παραχθεί το αναγκαίο αποτέλεσμα σε καθορισμένο χρόνο. Σε αυτές τις δύσκολες ώρες και μέσα σε αυτό το κλίμα, τα βλέμματα αναγκαστικά στρέφονται στον ανώτατο πολιτειακό παράγοντα. Μήπως ήρθε η ώρα ο Πρόεδρος να θέσει όλους ενώπιον των ευθυνών τους; Να τους καλέσει να χαμηλώσουν τους τόνους και να βρεθεί ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής, που θα βγάλει τη χώρα από το αδιέξοδο;
Αφού δεν είναι σε θέση να το κάνουν οι αρχηγοί μόνοι τους, μήπως οφείλει να το κάνει αυτός για λογαριασμό τους; Μπορεί το Σύνταγμα να μην το ορίζει, το ορίζει όμως η λογική και το απαιτεί η συγκυρία. Το έχει ανάγκη η χώρα.
(Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ 4/4/2015)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)